Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Η Προέλευση του Διπόλου Εξουσίας

Στην πλειοψηφία του ιστορικού χρόνου ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από εγγενή ατομική και κοινωνική αδυναμία λόγω της οποίας αποτυγχάνει να εξουσιάσει άμεσα τον εαυτό του. Η ανεπαρκής πνευματική ικανότητα, η ελλιπής πολιτική παιδεία και η εξασθενημένη κοινωνική
ευαισθησία του απαγορεύουν να οργανωθεί συλλογικά και να συστήσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό διοίκησης, στον οποίο να συμμετέχει ενεργά ο ίδιος. Το κενό εξουσίας, που δημιουργείται, καλύπτουν και εκμεταλλεύονται λίγοι ικανοί επιτήδειοι, οι οποίοι με εξυπνάδα και πονηριά καταφέρνουν να ανέβουν στην ιεραρχία.

Για πολλούς συναπτούς αιώνες το πρότυπο εξουσίας βασιζόταν σε ένα ή δύο κέντρα και τυπικά αποτελούνταν από ένα βασιλιά, μονάρχη ή αυτοκράτορα, του οποίου η αυθεντία ήταν δεδομένη, ενίοτε ακολουθούμενο από τον θρησκευτικό ηγέτη, πχ. τον Πάπα. Στο Μεσαίωνα η κυριαρχία του μονοπολικού συστήματος άρχισε σιγά-σιγά να αμφισβητείται και μετά από ένα διάστημα προετοιμασίας και ζυμώσεων επήλθε μία μεγάλη ανατροπή, γνωστή ως Αναγέννηση, όχι μόνο στον τομέα της εξουσίας αλλά και σε κάθε άλλη έκφανση της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, γεννώντας δύο νέες αντιμαχόμενες ιδεολογίες: την Επαναστατική, η οποία σχεδίασε, εκκίνησε και πέτυχε τη διαδικασία της αλλαγής, και τη Συντηρητική, που εκπροσωπήθηκε από τα πιο μετριοπαθή μέλη υπέρ της μερικής διατήρησης του παραδοσιακού συστήματος. Μέχρι τον 19ο αιώνα, μέσα από κείμενα κοινωνικών και πολιτικών φιλοσόφων και πολιτικών, όπως o Rousseau, ο Marx, ο Engels κα., εκφράστηκε το θεωρητικό υπόβαθρο της αλλαγής και έως τις τις αρχές του 20ου επεκτάθηκε η πρακτική εφαρμογή του σε ολόκληρο τον κόσμο. Έκτοτε, σε όλα σχεδόν τα κράτη του κόσμου η εξουσία και πολλοί άλλοι τομείς της ζωής μοιράζονται σε δύο στρατόπεδα, των οποίων η αλληλουχία επιλέχθηκε να καθορίζεται με βάση το θεσμό της έμμεσης δημοκρατίας: το προοδευτικό ή Αριστερό και το συντηρητικό ή Δεξιό, ονόματα που υποτίθεται ότι προήλθαν από τη Βουλή του νεοσύστατου δημοκρατικού Γαλλικού κράτους, όπου οι βουλευτές του πρώτου κάθονταν αριστερά και του δεύτερου δεξιά της εισόδου της.

Στη σύγχρονη εποχή, όμως, παρατηρείται μια μονότονη και προγραμματισμένη εναλλαγή μεταξύ των δύο πόλων, με μηδενική παρουσία ενός "τρίτου δρόμου". Στην πραγματικότητα οι βαθύτερες θεωρητικές και πρακτικές διαφορές μεταξύ τους δεν είναι τόσο έντονες και κατηγορικές και η πολιτική που τελικά εφαρμόζεται ελάχιστα αλλάζει, αφού μετά από τόσα χρόνια η βασική ιδεολογική διαφορά έχει εξασθενήσει και δεν έχει πρακτική επίδραση στη σύγχρονη πολύπλοκη καθημερινότητα. Αφετέρου, ο ισότιμος, μακροχρόνιος και εκτεταμένος διχασμός της κοινωνίας οδηγεί σε συνθήκες αμφίρροπης εμφύλιας διαμάχης, η οποία αλληλο-εξουδετερώνει τις δυνάμεις αμφότερων, αδρανοποιεί την παραγωγική δυνατότητα και επιτρέπει τον εύκολο χειρισμό τους από οποιονδήποτε παραμένει ανεξάρτητος και ανεπηρέαστος. Η εξουσία, που έχει την υποστήριξη ενός μέρους του συνόλου, είναι προσωρινή και ελλειμματική, εξασκείται μετ' εμποδίων και ωθεί στην εφήμερη και επιφανειακή ικανοποίηση αντικοινωνικών συμφερόντων. Επίσης, δεν εκπροσωπεί παρά ελάχιστο κομμάτι του πληθυσμού, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία αναγκάζεται να συμβιβαστεί με μία από τις δύο διαθέσιμες επιλογές, ελλείψει άλλης πιο μετριοπαθούς. Οι διάφορες άλλες πρωτοβουλίες που κατά καιρούς εμφανίζονται δεν αποτελούν κάτι διαφορετικό και τοποθετούνται στο φάσμα μεταξύ των δύο αρχικών γεννητριών. 

Η εμμονική επιβίωση ενός τόσο αναποτελεσματικού και δυσλειτουργικού πολιτικού συστήματος θέτει την υπόνοια ότι κάποιος άλλος παράγοντας κρύβεται πίσω από την επιβολή του, ο οποίος υποκινεί και χρηματοδοτεί αμφότερες, αποκομίζοντας οφέλη από τη στασιμότητα και εκμετάλλευση της κοινωνίας. Η Αριστερά και η Δεξιά αποτελούν τις δύο όψεις του ατελούς και ανεπαρκούς ανθρώπου και κάποτε πρέπει το "δημοκρατικό κέρμα", που ρίχνεται τυχαία στην πολιτική, να κάτσει όρθιο.
Βαγγέλης Τσούκας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου